Wednesday, February 18, 2015

Η Ελληνοθρακική καταγωγή των Βουλγάρων


«Παίονες δὲ οἱ Βούλγαροι»

Τζέτζης, Βυζαντινός συγγραφέας, 12ος αι. μ.Χ.

Γράφει ο Μάριος Δημόπουλος

φιλόλογος-γλωσσολόγος, φυσικοπαθητικός διατροφολόγος, συγγραφέας

Πρόλογος

Για την καταγωγή των Βουλγάρων έχουν διατυπωθεί τρεις θεωρίες. Σύμφωνα με την πρώτη θεωρία οι Βούλγαροι (και πιο συγκεκριμένα οι Πρωτοβούλγαροι)  είναι τουρανικής (τουρκοταταρικής) καταγωγής. Αυτοί αναμείχθηκαν με τον πληθυσμό που ζούσε στη σημερινή περιοχή της Βουλγαρίας (Θράκες και Σλάβους) και έτσι σχηματίστηκε η φυλή των Βουλγάρων. Σύμφωνα με τη δεύτερη θεωρία οι Βούλγαροι είναι Σλάβοι. Οι Πρωτοβούλγαροι (Τουρανοί) χάθηκαν στη «σλαβική θάλασσα». Αυτή τη θεωρία υποστήριζαν κυρίως οι κομμουνιστές Βούλγαροι, θέλοντας να φέρουν πιο κοντά τους Βούλγαρους με τη Σοβιετική Ρωσία, και γενικά οι πανσλαβιστές ιστορικοί.
Η τρίτη θεωρία είναι ότι οι Βούλγαροι είναι Θράκες. Οι υποστηρικτές της άποψης αυτής θεωρούν ότι οι Πρωτοβούλγαροι ήταν πολύ λίγοι και ουσιαστικά οι σημερινοί Βούλγαροι είναι Θρακικής καταγωγής. Οι Βούλγαροι που υποστηρίζουν την άποψη αυτή θεωρούν ότι οι Θράκες δεν ήταν Έλληνες ή τουλάχιστον συγγενικό φύλο με τους Έλληνες. Η γλώσσα των Θρακών κατά τους Βούλγαρους Θρακολόγους γλωσσολόγους, όπως τον Ivan Duridanov, συγγενεύει όχι με την αρχαία Ελληνική, αλλά με την Πρωτο-Βαλτική. Έτσι ορισμένοι από τους υποστηρικτές της Θρακικής θεωρίας ισχυρίζονται ότι οι Θράκες μιλούσαν Σλαβικά, θεωρώντας τη Σλαβική ως μέρος της Βαλτο-Σλαβικής ομάδας γλωσσών. Η τρίτη άποψη είναι πιο κοντά στην αλήθεια, με μόνη διαφορά ότι οι Θράκες ήταν ένα Πρωτοελληνικό φύλο.
Και ενώ υπάρχουν αυτές οι τρεις απόψεις οι σύγχρονοι Βούλγαροι έχουν γοητευθεί από μια νέα θεωρία για την καταγωγή των Βουλγάρων, την Ιρανική θεωρία. Σύμφωνα με αυτή τη θεωρία οι Πρωτοβούλγαροι ήταν Ιρανοί. Η Ιρανική θεωρία έχει δύο μορφές, την Ανατολική και Δυτική Ιρανική θεωρία. Η Ανατολική Ιρανική θεωρία του καθηγητή Petar Dobrev και των υποστηρικτών του ισχυρίζεται ότι η πατρίδα των Πρωτοβουλγάρων ήταν στην αρχαία περιοχή της Balkhara (Βακτρίας). Η Δυτική Ιρανική θεωρία ισχυρίζεται ότι οι Πρωτοβούλγαροι ήταν απόγονοι των Σκυθο-Σαρματών. Και ενώ όλοι οι λαοί στα Βαλκάνια προσπαθούν να αποδείξουν ότι είναι αυτόχθονες, οι Βούλγαροι προσπαθούν να αποδείξουν ότι είναι Ιρανικής καταγωγής.
Και για την ετυμολογία του ονόματος των Βουλγάρων έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες. Κατά μία θεωρία προέρχεται από το Βόλγα ποταμό, επειδή οι Βούλγαροι λούστηκαν κάποτε στον Βόλγα. Κατ’ άλλη θεωρία προέρχεται από το Τουρανικό bulgha που σημαίνει “ανάμειξη”, επειδή ήταν μιγάδες. Κατ’ άλλη θεωρία προέρχεται από το vulga που σημαίνει “σάκκος δερμάτινος”, διότι έφεραν δερμάτινους σάκκους. Όπως θα δείξουμε, το όνομα των Βουλγάρων προέρχεται από τη λέξη Βουργάριος που σημαίνει οροφύλακας.
Στο άρθρο αυτό θα υποστηρίξω ότι οι Βούλγαροι είναι σε μεγάλο ποσοστό Θράκες, θεωρώντας όμως τους Θράκες ως Έλληνες, Πρωτο-Ίωνες.
Πρωτοϊωνική θεωρία. Οι Θράκες ήταν Έλληνες-Πρωτοΐωνες
Τη δεκαετία του 80 ο Γάλλος ακαδημαϊκός Jean Faucounau εξέφρασε την πρωτοϊωνική θεωρία. Συγκεκριμένα το 1975 ισχυρίστηκε ότι είχε λύσει μέσω στατιστικής αντιπαραβολής τον γρίφο του δίσκου της Φαιστού και ότι το κείμενο του δίσκου ήταν πρωτοϊωνικά, δηλαδή πρωτοελληνικά. Ο διάσημος Γάλλος ακαδημαϊκός Paul Faure βρήκε στην πρωτοϊωνική θεωρία πολλά θετικά σημεία. Ο Jean Faucounau έγραψε δύο βιβλία (Le déchiffrement du Disquede Phaistos, Paris 1999 και Les Proto-Ioniens: histoired' unpeupleoublié, Paris 2001), στα οποία υποστηρίζει ότι Πρωτοΐωνες ήταν οι Πελασγοί, οι Μινωίτες, οι Τρώες, οι Λοιύβιοι, οι Κάρες, οι Φιλισταίοι και οι υπερδουνάβιοι Θράκες.
Όσον αφορά στους Θράκες, ο Jean Faucounau έχει απόλυτο δίκιο και αυτό επιβεβαιώνεται από τον Ξενοφώντα, ο οποίος μας πληροφορεί ότι οι Θράκες θεωρούσαν τους εαυτούς τους συγγενείς με τους Ίωνες (Κύρου Ανάβασις, Ζ β31). Το ότι οι κάτοικοι της Θράκης ήταν Έλληνες τουλάχιστον κατά την πρωτοβυζαντινή εποχή επιβεβαιώνεται από τον Ιουλιανό, ο οποίος λέει: «Οι περί την Θράκην…οικούντες Ελλάδος εσμέν έκγονοι» (Οι κάτοικοι της Θράκης καταγόμαστε από την Ελλάδα) (Γ’ λόγος, παραγρ. 12, 17). Όπως θα δείξω στη συνέχεια από επιγραφή που βρίσκεται στο μουσείο της Πλίσκας της Βόρειας Βουλγαρίας, τον 9ο αιώνα μ.Χ. στην περιοχή αυτή κατοικούσαν Έλληνες.
Ανθρωπολογικά δεδομένα για την ελληνοθρακική καταγωγή των Βουλγάρων
Η περιοχή που ζουν σήμερα οι Βούλγαροι δέχθηκαν δύο εισβολές, μια σλαβική και μια τουρκοταταρική (Ασπαρούχ). Ο συγγραφέας Δημήτριος Δημόπουλος τονίζει ότι «η σλαβική εισβολή δεν διετάραξε την Μεσογειακή υφή του βουλγαρικού πληθυσμού» («Η Καταγωγή των Ελλήνων», έκδ. 1994, σελ. 250). Αυτό το επιβεβαιώνει και ο ανθρωπολόγος Ιωάννης Κούμαρης, ο οποίος αναφέρει ότι «οι Βούλγαροι δεν είναι πάντως Σλάβοι» και ότι «οι νεώτεροι κατακτηταί, οι Βαλκανικοί Σλάβοι, απερροφήθησαν, ως συμβαίνει και αλλαχού, υπό των πολυαριθμοτέρων υποταχθέντων» (εγκ. «Ήλιος», τόμος ΣΤ’).
Για την τουρκοταταρική εισβολή που έγινε στη Βουλγαρία τον 7ο αιώνα ο Δημήτριος Δημόπουλος αναφέρει:«Μολονότι όμως οι κατακτηταί εκείνοι εξουσίασαν τη χώρα και ήλθαν σε φοβερούς πολέμους με την βυζαντινή αυτοκρατορία, τελικά εχάθησαν τα ίχνη τους μέσα στον θρακικό πληθυσμό τόσο γλωσσικώς όσο και ανθρωπολογικώς. Καμμιά μογγολική ένδειξι δεν επισημαίνεται σήμερα στον βουλγαρικό λαό, αν και είναι σαφή τα μογγολικά χαρακτηριστικά στα παλαιοανθρωπολογικά ευρήματα του 7ου-8ου αιώνος» («Η Καταγωγή των Ελλήνων». Έκδ. 1994, σελ. 251).
Είναι απολύτως λοιπόν δικαιολογημένη η άποψη του στρατηγού και εθνολόγου Ξέρξη Λίβα, ο οποίος στο βραβευμένο βιβλίο του από την Ελληνική Ανθρωπολογική Εταιρεία «Αιγηίς, η κοιτίς των Αρίων και του Ελληνισμού» γράφει: «Οι Βούλγαροι είναι εθνότης τεχνητή, μη έχουσα ουδεμίαν σχέσιν με την φυλετικήν κατάστασιν του χώρου, τον οποίον σήμερον κατέχουν. Ό,τι ονομάζουσιν οι ιστορικοί καθ’ εαυτό Βουλγάρους, η ομάς του Ασπαρούχ δηλαδή…είναι μέγα ζήτημα, εάν υπερέβαινε τας δύο έως τρεις χιλιάδας μαχητών. Επρόκειτο περί ομάδος ποσοτικώς εντελώς ασημάντου…Είναι όθεν ελαχίστη και φυλετικώς εντελώς αμελητέα η αναλογία του εκ της ομάδος του Ασπαρούχ ξένου στοιχείου εν συγκρίσει προς τον εις τον σημερινόν Βουλγαρικόν χώρον οικούντα τότε αυτόχθονα πληθυσμόν των εις την Πελασγικήν και Αρχαιοελληνικήν ομοφυλίαν ανηκόντων…Θρακών».
Τόσο λίγοι ήταν οι επιδρομείς, ώστε και τη γλώσσα τους έχασαν και δέχτηκαν άλλη. Είναι δυνατόν όμως, αν ήταν πολλοί, όπως πρεσβεύουν ορισμένοι, να χάσουν τη γλώσσα τους; Τούτο και μόνο αποδεικνύει ότι οι επιδρομείς ήταν ολιγάριθμοι και συνεπώς ούτε τη γλώσσα ούτε τη φυλή ήταν σε θέση να αλλοιώσουν.
Ανθρωπολόγοι επίσης που έχουν μελετήσει τους Βούλγαρους εκφράζουν την ίδια άποψη. Ο Βούλγαρος ανθρωπολόγος P. Boev τονίζει ότι: «Ο νότος της Βουλγαρίας παρουσιάζει σήμερα μια έντονα λεπτοφυή μεσογειακή δομή, που οφείλεται σε υψηλότερα ποσοστά προσλαβικού πληθυσμού και στενότερες σχέσεις με τους λαούς της Μεσογείου. Η βόρειος Βουλγαρία είναι περισσότερο επηρεασμένη από την “ποντιακή” ποικιλία των Μεσογειακών (πιο βραχυκέφαλη και αποχρωματισμένη), που ερμηνεύεται από στενότερες σχέσεις με ανατολικοσλαβικούς και προσλαβικούς (σκυθικούς και σαρματικούς) πληθυσμούς του Ευξείνου Πόντου» (Boev P., Schwidetzky I., Rassengeschichte von Bulgarien στο Rassen geschichteder Menschheit, VI, 1979). Οι Σκύθες ανήκαν στον Μεσογειακό ανθρωπολογικό τύπο με διναρική επιμειξία, ενώ οι Σαρμάτες ήταν Αλπικοί.
Επίσης ο Βούλγαρος ανθρωπολόγος Methodius Popov τονίζει ότι στη Βουλγαρία «συχνότερος είναι εκείνος ο συνδυασμός γνωρισμάτων, που αντιστοιχεί στο Μεσογειακό φύλο, εκείνος που αποτελεί ήδη από τη Νεολιθική εποχή τη βάση του πληθυσμού. Αυτός ο συνδυασμός παρουσιάζεται σε μεγαλύτερο ποσοστό στο νότο» (AnthropologijanabIgarskijanarod, 1959). Αυτό βέβαια σημαίνει ότι και ο βορράς έχει μεσογειακή (ελληνοθρακική) δομή, όμως και με κάποιες επιμειξίες. Οι Βούλγαροι λοιπόν είναι αυτόχθονες και μάλιστα κατοικούν στην ίδια περιοχή από τη Νεολιθική εποχή.
Ας δούμε όμως ποια ήταν τα συμπεράσματα του πιο ειδικού στο θέμα της καταγωγής των λαών της Βαλκανικής, του ανθρωπολόγου Άρη Πουλιανού. Οι Βούλγαροι μέσω της Ακαδημίας τους τον είχαν καλέσει το 1963, για να εξετάσει ανθρωπολογικά τον πληθυσμό της Βουλγαρίας. Όταν ανακοίνωσε τα αποτελέσματα των ερευνών του, ο διάσημος Βούλγαρος γλωσσολόγος Vladimir Georgiev του είπε: «Ναι, είμαστε οι παρά πέντε λεπτά Έλληνες».
Ας δούμε όμως τι λέει ο Πουλιανός για την καταγωγή των Βουλγάρων: «Θα ήθελα να τονίσω το αναμφισβήτητο γεγονός της καταπληκτικής σύμπτωσης των γνωρισμάτων της Κεντρικής Βουλγαρίας με εκείνα της Κρήτης. Το γεγονός αυτό μιλάει αφ’ εαυτού για την πανάρχαια αυτοχθονία των Βουλγάρων. Έτσι νομίζω πως οι ιστορικοί του Μεσαίωνα, που προσπαθούν εκ του μηδενός να δημιουργήσουν “εθνογένεση Σλάβων” στη Βουλγαρία, βρίσκονται οπωσδήποτε εκτός τόπου. Το ελάχιστο ποσοστό απογόνων ουκρανικών και τουρανικών πληθυσμών (επί μέρους της όχθης του Δούναβη) κάθε άλλο παρά δικαιολογεί τον χαρακτηρισμό των Βουλγάρων σαν “Σλάβων”.
Απ’ εναντίας τα ευρήματα Θρακικών χαρακτηριστικών στην Ουκρανία και τη Ν. Ρωσία καταδεικνύουν τη δυνατή εξάπλωση της Θρακικής ποικιλίας του Αιγαιακού τύπου προς Βορρά. Τα συμπεράσματα της διεξοδικής μελέτης του Βούλγαρου ακαδημαϊκού Μεθόδιου Ποπώφ συμφωνούν σχεδόν απόλυτα με τα δικά μου τόσο για τις κοινές ρίζες των Θρακών με τους Πελασγούς της Ελλάδος, όσο και για τη σε συντριπτικό ποσοστό αυτοχθονία των σύγχρονων Βουλγάρων» (συνέντευξη του Πουλιανού στο περιοδικό Δαυλός, τ. 127).
Και όμως οι αναφορές των σλαβολόγων ιστορικών για μαζικές εγκαταστάσεις Σλάβων του Μεσαίωνα στη Ν. Βαλκανική αλλά και στην Ελλάδα δίνουν την εντύπωση ότι ο σημερινός πληθυσμός της Ν. Βαλκανικής και μεγάλου μέρους της Ελλάδας πρέπει στη συντριπτική του πλειοψηφία να έχει σλαβική καταγωγή. Ο Πουλιανός εκφράζει την απορία του γι’ αυτές τις θεωρίες των ιστορικών. Αναφέρει συγκεκριμένα: «Αδυνατώ να καταλάβω, γιατί ορισμένοι σλαβολόγοι μας ασχολούνται ακόμα με την εθνογένεση των λαών της Ν. Βαλκανικής από Σλάβους, ενώ τα συμπεράσματα της ανθρωπολογίας (αλλά και της αρχαιολογίας και της λαογραφίας, καθώς πιστεύω) συνηγορούν για το αντίθετο: την εθνογένεση δηλαδή των λεγόμενων Νοτίων Σλάβων από εγχώριους, συγγενείς των Ελλήνων, πληθυσμούς (αλλά και για ισχυρές εγκαταστάσεις πληθυσμών της Ν. Βαλκανικής βορείως του Δούναβη).
Πρόκειται απλώς για εγχώριους πληθυσμούς που αλλάξανε γλώσσα. Ο εκσλαβισμός αυτών των αυτοχθόνων πληθυσμών είναι σήμερα παραδεκτός από τους ανθρωπολόγους της Ακαδημίας Επιστημών της τέως ΕΣΣΔ (και νυν Ρωσίας). Αυτό, νομίζω, λέει τα πάντα» (περιοδικό Δαυλός, τ. 127).
Παρουσιάζουμε πίνακα με τις ανθρωπομετρήσεις του Πουλιανού στη Βουλγαρία και τη σύγκρισή τους με τις ανθρωπομετρήσεις του Πουλιανού στην Κρήτη.

Οι Βούλγαροι ήταν απόγονοι των Μυσών και Παιόνων κατά τους Βυζαντινούς συγγραφείς
Ας δούμε τι αναφέρουν οι Βυζαντινοί συγγραφείς για την καταγωγή των Βουλγάρων. Ο Βυζαντινός συγγραφέας Μιχαήλ Ατταλειάτης (Βόννης, σελ. 9) γράφοντας «Μυσοί δε, οις ειδική προσηγορία το των Βουλγάρων καθέστηκεν όνομα», αρνείται κάθε φυλετική ή εθνική Βουλγαρική υπόσταση, υπαινισσόμενος ότι πρόκειται περί αυτοχθόνων Μυσών, οι οποίοι μετονομάσθηκαν σε Βουλγάρους. Επίσης ο Βυζαντινός συγγραφέας Μιχαήλ Ψελλός (έκδοση Σάθα, σελ. 427), αναφερόμενος στον Ισαάκιο Κομνηνό (1057-1059), ο οποίος εκστράτευσε κατά των διαβάντων τον Ίστρο Πατζινάκων, γράφει: «επί τους εσπερίους χωρεί, ούς Μυσούς μεν ο πάλαι χρόνος ωνόμαζεν, είτα δε εις όν λέγονται μετωνομάσθησαν».
Από το απόσπασμα αυτό βλέπουμε ότι υπήρξε μετονωμασία των Μυσών. Και όπως είδαμε από το απόσπασμα του Μιχαήλ Ατταλειάτη, οι Μυσοί μετονομάσθηκαν σε Βούλγαρους. Δεν μετονομάσθηκαν όμως μόνο σε Βούλγαρους αλλά και σε Βλάχους. Ο Βυζαντινός Νικήτας Χωνιάτης γράφει: «τους δε κατά τον Αίμον το όρος βαρβάρους, οί Μυσοί πρότερονων ομάζοντο, νυνί δε Βλάχοι κικλήσκονται». Δηλαδή εδώ ο Χωνιάτης μας λέει ότι οι κάτοικοι της περιοχής ονομάζονταν παλιότερα Μυσοί και τώρα Βλάχοι. Άρα οι κάτοικοι της λεγόμενης Βουλγαρίας ήταν όλοι αυτόχθονες, μετονομασθέντες σε Βλάχους και Βουλγάρους. Να είναι άραγε οι Βλάχοι και οι Βούλγαροι ένα και το αυτό, δηλαδή Ελληνοθράκες; Σίγουρα ένα μέρος των Βλάχων ναι, ενώ ένα άλλο μέρος ήταν αυτόχθονες Έλληνες Μακεδόνες και Ιλλυριοί.
Ο Βυζαντινός συγγραφέας Τζέτζης (Λειψίας, Ι. Π. Χιλιάδες, X, σελ. 370, στ. 185) τον 12ο αιώνα αναφερόμενος στους Βούλγαρους της Αχρίδας και της Βόρειας Μακεδονίας γράφει: «Παίονες δε οι Βούλγαροι», δηλαδή θεωρούσε τους Βούλγαρους αυτόχθονες, απογόνους των αρχαίων Παιόνων.

Το όνομα Βουργάριοι-Βούλγαροι υπήρχε στα Βαλκάνια πριν την έλευση των Μογγολοτατάρων
Ο Πορφυρογέννητος αναφέρει: «εγένετο δε η των βαρβάρων περαίωσις επί τον Ίστρον ποταμόν εις τα τέλη της βασιλείας Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου (668-685), ότε και το όνομα αυτών φανερόνεγένετο. Πρότερον γαρ Ονογουνδούρους αυτούς εκάλουν». Ο Πορφυρογέννητος δηλαδή μας λέει ότι οι Βούλγαροι έλαβαν το όνομά τους μετά τη διάβαση του Ίστρου και ότι πριν ονομάζονταν Ονογουνδούροι. Άρα οι μογγολοτάταροι Βούλγαροι δεν ονομάζονταν εξ αρχής Βούλγαροι, αλλά πήραν το όνομά τους όταν ήλθαν στα Βαλκάνια. Αυτό σημαίνει ότι το όνομα Βούλγαροι δεν προέρχεται από τον Βόλγα ποταμό, αλλά ότι υπήρχε πριν την έλευση των μογγολοτάταρων στα Βαλκάνια. Αλλά τότε ποια ήταν η προέλευση του ονόματος Βούλγαροι;
Την απάντηση σε αυτό μας τη δίνει μια επιγραφή που βρέθηκε στο Τσακαρλάρ της Βουλγαρίας, μεταξύ Φιλιππουπόλεως και Τατάρ Παζαρτζίκ και βρίσκεται στο μουσείο της Σόφιας. Η επιγραφή αυτή χρονολογείται τον 3ο αιώνα μ.Χ. και είναι γραμμένη στη δημώδη Ελληνική. Από αυτή την επιγραφή μαθαίνουμε ότι ορισμένη κατηγορία στρατιωτών, οροφυλάκων σε φρούρια (Burgus = μικρό φρούριο, εξ ου Burgarius = οροφύλακας) των συνόρων και στις κατά της ληστείας οχυρωμένους σταθμούς του εσωτερικού ονομάζονταν Βουργάριοι και Βούργαροι, εξ ου Βούλγαροι κατά την εναλλαγή των υγρών συμφώνων λ και ρ (πρβλ. αδερφός, αδελφός).
Διά της επιγραφής αυτής το 202 μ.Χ. (επί Σεπτημίου Σεβήρου και Καρακάλλα) καλούνταν οι περίοικοι να προσέλθουν ως μέτοικοι προς ίδρυση εμπορικού σταθμού με υπόσχεση προς τους προσερχομένους, ότι θα έχουν «μεγάλας δωρεάς, τουτέστιν πολειτικοῦ σείτου ἀνεισφορίαν, καὶ συντηρείας Βουργαρίων και φρουρῶν καὶ ἀνγαρειῶν ἄνεσιν», εξ ου προκύπτει ότι υπήρχε κατηγορία στρατιωτών, καλουμένων Βουργαρίων, τους οποίους υποχρεούνταν οι περίοικοι να συντηρούν και να υπηρετούν στο έργο τους διά παροχής αγγαρειών, φυλάκων κ.λπ.
Επί Ρωμαίων και Βυζαντινών σύνορα και φρούρια (Burgi) υπήρχαν και στον Καύκασο και στην Τρανσυλβανία και στη Ραβέννα και στην Αφρική και αλλού. Σε όλα αυτά τα μέρη υπήρχαν Βουργάριοι (οροφύλακες), αλλά και στο εσωτερικό, όπως μαρτυρεί η επιγραφή του Τσακαρλάρ, και συνεπώς, οπουδήποτε γίνεται μνεία Βουλγάρων για τους προ του Ασπαρούχ χρόνους, δεν επρόκειτο περί συγγενών εθνικών Βουλγαρικών ομάδων, αλλά περί Βουργαρίων (Βουλγάρων) = οροφυλάκων.
Οι Βουργάριοι (και Βουλγάριοι και Βούλγαροι) είτε προέρχονταν από αυτόχθονες είτε από μισθοφόρους βαρβάρους, πολλές φορές παρασύρονταν από επιδρομείς και ενεργούσαν κατά του κράτους. Άλλοτε, αν δεν πληρώνονταν, αποστατούσαν και προέβαιναν σε λεηλασίες. Δεν πρέπει συνεπώς να περιπλεκόμαστε, αν κάποιοι Βυζαντινοί χρονογράφοι του 6ου αιώνα ή και προγενέστεροι ή μεταγενέστεροι, αναφερόμενοι σε παλαιότερους χρόνους, μιλάνε περί Βουλγάρων και παρουσιάζουν τους Βούλγαρους (Βουργάριους) αυτούς να ενεργούν άλλοτε υπέρ του κράτους και άλλοτε κατά αυτού.
Ο Βυζαντινός χρονογράφος Μαλάλας, ο οποίος άκμασε στα τέλη του 6ου αιώνα γράφει (Βόννης, σελ. 97): «απήλθε μετά των Ατρειδών ο αυτός Αχιλλεύς έχων ίδιον στρατόν των λεγομένων Μυρμιδόνων τότε, νυνί δε λεγομένων Βουλγάρων» ( απήλθε με τους Ατρείδες ο ίδιος ο Αχιλλέας έχοντας ίδιον στρατό των λεγομένων τότε Μυρμιδόνων, τώρα λεγομένων Βουλγάρων). Αυτό το απόσπασμα δεν μπορεί να έχει νόημα, παρά μόνο αν θεωρήσουμε ότι διά των Βουλγάρων ο Μαλάλας εννοεί τους Βουργάριους. Επομένως γίνεται φανερό, ότι επρόκειτο περί εξ αυτοχθόνων Βουργαρίων του εσωτερικού, στη χώρα των παλαιών Μυρμηδόνων (Νοτιοανατολική Θεσσαλία) και ότι από τότε οι Βουργάριοι αυτοί ονομάζονταν και Βούλγαροι.
Το γεγονός ότι στην περιοχή αυτή υπήρχαν φρούρια και φρουροί (Βουργάριοι) επιβεβαιώνεται από τον Προκόπιο (Β/Δ κστ’), ο οποίος γράφει: «Βασιλεύς εκέλευσετους εν Θερμοπύλαις φρουρούς ες τε την Ιταλίαν πλειν κατά τάχος» (Ο Βασιλιάς διέταξε τους φρουρούς στις Θερμοπύλες να πλεύσουν στην Ιταλία γρήγορα). Από αυτούς τους φρουρούς είχαν προφανώς προέλθει οι κατά τον Μαλάλα Βούλγαροι (Βουργάριοι) της χώρας των Μυρμηδόνων.
Πολλοί από τους Βουργαρίους, αν μάλιστα κατάγονταν από την περιοχή στην οποία υπηρετούσαν, απολυόμενοι μετά 20 ώς 25 ετών υπηρεσία, εγκαθίσταντο επί τόπου σε γαίες χορηγούμενες σε αυτούς από το κράτος. Όπου συνέπιπτε να εγκατασταθούν πολλοί τέτοιοι απόστρατοι Βουργάριοι, μπορούσε να σταθεροποιηθεί σε αυτούς και στους απογόνους τους το όνομα αυτό του Βουργαρίου-Βουλγάρου.
Η έννοια του Βουλγάρου = βουργαρίου (οροφύλακα) διαφαίνεται και μεταγενέστερα. Ο Μιχαήλ Ατταλειάτης, αναφερόμενος στην εισβολή των Ούζων κατά τον 11ο αιώνα, που διέβησαν τον Ίστρο, και εν γνώσει συνεπώς των Βουλγάρων και της Βουλγαρίας του Ασπαρούχ, μιλά (εν Βόννης, σελ. 83) δια «τους διακωλύοντας την τούτων περαίωσιν Βουλγάρους και λοιπούς στρατιώτας». Μας λέει δηλαδή ο Ατταλειάτης ότι οι Βούλγαροι και οι υπόλοιποι στρατιώτες εμπόδιζαν τους Ούζους να περάσουν. Υπονοεί λοιπόν ως Βουλγάρους κατηγορία στρατιωτών στα σύνορα, τους Βουργαρίους (οροφύλακες) και όχι τους μογγολοτάταρους Βουλγάρους.
Οροφυλακή επί του Δούναβη αποτελούσε το Βουλγαρικό κράτος την εποχή που ζούσε ο Ασπαρούχ. Υπό την ιδιότητα και το καθήκον του οροφύλακα-βουλγάρου των συνόρων του κάτω Δούναβη αναγνωρίσθηκε ο Ασπαρούχ υπό των Βυζαντινών και υπό την έννοια της προς το Βυζάντιο υποτέλειάς του υφίστατο το Βουλγαρικό κράτος μέχρι της υπό του Τσιμισκή κατάλυσής του.
Αυτό αποδεικνύεται από την επιστολή (Κεδρηνός, Βόννης 2, σελ. 372) του Νικηφόρου Φωκά (963-969), ο οποίος «έγραψε Πέτρω τω Βουλγαρίας άρχοντοι μη εάν τους Τούρκους (=Ούγγρους) διαπεράν τον Ίστρον και τα Ρωμαίων λυμαίνεσθαι» (έγραψε στον Πέτρο τον άρχοντα της Βουλγαρίας να μην αφήσει τους Ούγγρους να διαπεράσουν τον Ίστρο και να καταστρέψουν τα των Ρωμαίων), τον προσκαλούσε δηλαδή να συμμορφωθεί προς το καθήκον του οροφύλακα. 
Ο Ζωναράς (Βόννης 3, σελ. 523) γράφει ότι μετά τη δολοφονία του Νικηφόρου ο διεκδικών τον θρόνο Καλόκυρος υποσχέθηκε προς τους κατέχοντες ήδη τη Βουλγαρία Ρώσους του Σβιατοσλάβου ότι «ει γαρ βασιλεύς Ρωμαίων αναρρηθήσομαι παρ’ υμών της τε Βουλγάρων χώρας προχωρήσω υμίν» (αν γίνω βασιλιάς των Ρωμαίων θα σας παραχωρήσω τη χώρα των Βουλγάρων), πράγμα το οποίο σημαίνει ότι η Βουλγαρία θεωρείτο τιμάριο που ανήκε στον θρόνο της Κωνσταντινούπολης.
Το γεγονός ότι το Βουλγαρικό κράτος ήταν οροφυλακή και ανήκε στον θρόνο της Κωνσταντινούπολης επιβεβαιώνεται και από τον Κωνσταντίνο Πορφυρογέννητο (Βόννης 3, σελ. 154), ο οποίος γράφει: «και μέχρις αυτού του Βλστημέρου μετά των Σέρβλων ειρηνικώς διετέλουν οι Βούλγαροι έχοντες δε δούλωσιν και υποταγήν εις τους βασιλείς των Ρωμαίων και ευεργετούμενοι παρ’ αυτών». Οι Βούλγαροι δηλαδή ήταν στην υπηρεσία και είχαν υποταγή στους αυτοκράτορες του Βυζαντίου και ευεργετούνταν από αυτούς για την οροφυλακή. Κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε να συμβαίνει, αν το Βουλγαρικό κράτος αντιτίθετο προς το Βυζάντιο.
Ο Προκόπιος (Βόννης 1, σελ. 459) αναφερόμενος στα γεγονότα του 539 στην Αφρική, στην Καρχηδόνα, μνημονεύει τοπωνυμία «Βουργάων». Στην αφήγηση των ίδιων γεγονότων ο Θεοφάνης (Βόννης 1, σελ. 312) μεταγενέστερα λέει «εν (όρει) Βουλγαρίωνι» και «εν τω όρει των Βουλγαρίων». Χρησιμοποιούνται δηλαδή και οι δύο τύποι του ονόματος για το ίδιο πράγμα, κάτι το οποίο σημαίνει ότι το «Βούλγαρος» ήταν και είναι το ίδιο με το «Βουργάριος». Είναι φανερό ότι εδώ δεν πρόκειται περί Βουλγάρων συμπατριωτών του Ασπαρούχ, αλλά περί σχέσεως προς προϋπάρξαντες Βουργαρίους, φύλακες των φρουρίων στην περιοχή της Καρχηδόνας.
Πώς όμως συνδέθηκε το όνομα των ανθρώπων του Ασπαρούχ με το όνομα Βουργάριος-Βούλγαρος; Οι άνθρωποι του Ασπαρούχ διαβαίνοντας τον Ίστρο και όντας ολιγάριθμοι (2 ώς 3 χιλιάδες το πολύ, όπως θα δούμε σε λίγο) παρέσυραν και συνενώθηκαν με τους Βουργαρίους της περιοχής, λαμβάνοντας έτσι και το όνομα. Γράφει ο Ξέρξης Λίβας: «Ο Αυτοκράτορας (Κωνστ. ο Πωγωνάτος), όστις βεβαιωθείς ότι επρόκειτο περί του Ασπαρούχ, του οποίου και ο πατήρ (Κούβρατος) είχεν υπηρετήσει…το Βυζάντιον, προετίμησε τελικώς να τον αποδεχθή ως οροφύλακα (κατά την συνήθως τηρουμένην πολιτικήν επί των συνόρων), αντί να τον αποδιώξη και να τον έχει διαρκές ενόχλημα εκ των πέραν του Δουνάβεως ορμητηρίων του… Αποκλείεται ότι εγκατεστάθη δυναμικώς ο Ασπαρούχ εντεύθεν του Δουνάβεως και ότι το Βυζάντιον δεν ήτο εις θέσιν να τον αποβάλη» («Η Αιγηίς, κοιτίς των Αρίων και του Ελληνισμού», έκδ. 1963, σελ. 263).
Οι Βουργάριοι με τους οποίους ο Ασπαρούχ ενώθηκε στον Δούναβη ήταν Έλληνες. Γράφει ο Ξέρξης Λίβας: «Οι Βούλγαροι εκείνοι και ο Ασπαρούχ αυτός ούτος ενέπεσαν ευθύς εξ αρχής εις Ελληνικόν περιβάλλον (χωρίς να αποκλείεται και η εξ αρχής ύπαρξις μεταξύ αυτών Ελλήνων φυγάδων, ληστών και εγκληματιών), κατά μεγίστην δε πιθανότητα οι πρώτοι, αλλά και οι μετέπειτα πολιτικοί καθοδηγηταί και γραμματείς της οργανωθείσης νέας τάξεως ήσαν αποστάται Έλληνες ή Ελληνίζοντες και δέον να θεωρηθή ασφαλές, ότι εξελληνίσθη γλωσσικώς ολόκληρον το νεοπαγές συγκρότημα (εάν δεν ήτο εξ αρχής εν μέρει ελληνόγλωσσον), ως μαρτυρείται αδιαψεύστως από τας εις την τότε απλήν δημώδη Ελληνικήν Πρωτοβουλγαρικάς επιγραφάς του 9ου αιώνος, περί ων γίνεται λόγος εις Beschewliev, Die Protobulgarischen Inschriften, Sofia, 1934» (ενθ. ανωτ., σελ. 263-264).
Επί του θέματος αυτού ο E. Darco γράφει: «Είναι λίαν αξιοπαρατήρητη εδώ η εκτεταμένη χρήση (από τους Βούλγαρους) της Ελληνικής γλώσσας και γραφής όχι μόνο στα επίσημα αλλά και στα ιδιωτικά έγγραφα (Urkunden) επίσης…Η ευγενής γλώσσα (Kultursprache) των Βουλγάρων κατά τον 8ο/9ο αιώνα ήταν η Ελληνική δημώδης (Volkssprache) γλώσσα» (Byzantinische Zeitschrift 32, σελ. 365-6).
Αυτά αποδεικνύουν ότι ο γλωσσικός εκσλαβισμός των αυτοχθόνων της τότε Βουλγαρίας δεν είχε ακόμα προχωρήσει πολύ και ότι προωθήθηκε αργότερα, όταν ο Βόρις ή Βορίσης Α’ (853-888) προσχώρησε στον Χριστιανισμό με τους υπηκόους του και επετράπησαν οι ιερουργίες στις Σλαβικές γλώσσες και ιδιώματα. Από αυτό φαίνεται πόσο ζημιά για τον Ελληνισμό προκάλεσε ο Χριστιανισμός στο θέμα αυτό, αφού ουσιαστικά εκσλάβισε γλωσσικά τους Θράκες Βουλγάρους.
«Εάν ούτω πως έχη η υπόθεσις της Βουλγαρίας του Αίμου – γράφει ο Ξέρξης Λίβας – αντιλαμβανόμεθα ευκόλως περί τινος επρόκειτο ως προς την κατά την Δυτικήν Μακεδονίαν Βουλγαρίαν του Σαμουήλ. Αποκλείεται εκατόν τοις εκατόν η εκεί ύπαρξις Βουλγάρων εκ των του Ασπαρούχ» («Η Αιγηίς, κοιτίς των Αρίων και του Ελληνισμού», έκδ. 1963, σελ. 265).
Οι άνθρωποι του Ασπαρούχ δεν ξεπερνούσαν τις δύο με τρεις χιλιάδες. Τον 9ο αιώνα στη βόρεια Βουλγαρία ζούσαν Έλληνες
Οι άνθρωποι του Ασπαρούχ είναι ζήτημα αν ξεπερνούσαν τις δύο ή τρεις χιλιάδες μαχητών. Αυτό φαίνεται ξεκάθαρα από τον Νικηφόρο (Ιστορ. Σύντ., Λειψίας, σελ. 35), ο οποίος γράφει: «Οι δε Βούλγαροι των τε ιππικών και πλοΐμων τα πλήθη θεασάμενοι…προς τα εαυτών οχυρώματα έφυγον». Βλέποντας δηλαδή οι Βούλγαροι τα πλήθη του ιππικού και του πολεμικού ναυτικού απέφυγαν τη μάχη και πήγαν στα οχυρώματά τους. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα μπορούσαν να είναι πολλοί σε αριθμό και συνεπώς αποτελούσαν ασήμαντη ανθρωπολογική ποσότητα, για να επηρεάσουν φυλετικά τις μάζες των αυτοχθόνων της μετέπειτα και της σημερινής Βουλγαρίας. Γρήγορα εξελληνίστηκαν γλωσσικά (όπως φαίνεται από τις Ελληνικές πρωτοβουλγαρικές επιγραφές του 9ου αιώνα) και εξαφανίστηκαν. Το ότι ασήμαντοι ποσοτικά εξηγεί, γιατί στη μετέπειτα Βουλγαρική δεν υφίστανται Τουρανικά γλωσσικά στοιχεία.
Η πιο ισχυρή όμως απόδειξη του ότι οι άνθρωποι που ίδρυσαν το Βουλγαρικό κράτος ήταν λίγοι ποσοτικά έρχεται από μια επιγραφή μιας μεγάλης κολώνας που βρίσκεται στο μουσείο της Πλίσκας. Η Πλίσκα βρίσκεται στη Βόρεια Βουλγαρία λίγα χιλιόμετρα μακριά από την πόλη Σούμεν. Στο κέντρο του μουσείου της Πλίσκας δεσπόζει μια μεγάλη κολώνα, που χρονολογείται στο 822 μ.Χ. Έχει ύψος 6,15 μ., διάμετρο βάσης 0,75 μ. και διάμετρο υψηλότερου σημείου 0,54 μ. Στην κολώνα αυτή είναι σκαλισμένη μια επιγραφή 25 γραμμών σε Ελληνική γλώσσα. Στη 10η σειρά στο κείμενο και μετά την αναφορά ότι ο Χαν ίδρυσε το Βουλγαρικό κράτος αναφέρεται ότι πολέμησε γενναία τους Γκρεκούς και τους σκλάβους. Στο επίσημο κείμενο, που έχει μεταφραστεί στα Βουλγαρικά από τους αρμόδιους, η λέξη «σκλάβους» μεταφράζεται ως «Σλάβους».

Το κείμενο, όπως έχει μεταφραστεί στα Βουλγαρικά, γράφει: «Ο Χαν CΥΒΙΓΙ, ο Μουρτάκ, ο οποίος από τον Θεό είναι άρχοντας της Γης, στην οποία γεννήθηκε, ίδρυσε την Πλίσκα και έφτιαξε μικρή Στάνη στον ποταμό Τίτσα και μετέφερε εκεί τον στρατό του εναντίον των ΓΚΡΕΚΩΝ και ΣΛΑΒΩΝ. Έφτιαξε γεφύρι στον ποταμό Τίτσα μαζί με μικρή Στάνη και έβαλε στη Στάνη 4 κολώνες και πάνω στις κολώνες 2 λιοντάρια. Ας ευλογήσει ο Θεός τον άρχοντα, ο οποίος ποδοπάτησε/ή θα ποδοπατήσει/ καλά με τα πόδια του τον ιμπεράτορα μέχρι όσο τρέχει ο ποταμός Τίτσα ή μέχρι…όπως βασιλεύσει πάνω από πολλούς Βούλγαρους και προστάζει τους εχθρούς του, ας ζήσει με χαρά και γλέντι 100 χρόνια. Ο καιρός, όταν κτίστηκε /αυτό/, ήταν στα Βουλγαρικά SΙΓΟRELEM και στα Ελληνικά 15 Ινδικτιώνος». Η μετάφραση έγινε από τον B. Besefliev στον επίσημο κατάλογο με τα ευρήματα του μουσείου. Εκδόθηκε στη Σόφια το 1981.
Από την επιγραφή αυτή εξάγονται τα εξής δύο σημαντικά συμπεράσματα:
1. Τον 9ο αιώνα μ.Χ. κατοικούσαν στη Βόρεια Βουλγαρία Έλληνες (Γκρεκοί). Άρα οι Έλληνες δεν ήταν μια μικρή φυλή, όπως μας λένε, αλλά ήταν εξαπλωμένοι σε όλα τα Βαλκάνια. Από αυτούς τους Έλληνες κατάγονται οι σημερινοί Βούλγαροι.
2. Η δήθεν «μεγάλη» στρατιά του βασιλιά Μουρτάκ, που ήρθε από τον Βορρά και ίδρυσε το Βουλγαρικό κράτος, δεν ήταν παρά μια μικρή ορδή, αφού, όπως αναφέρεται στο κείμενο της κολώνας, «ίδρυσε μικρή Στάνη».
Η Βουλγάρα διανοούμενος Ιρένα Σόποβα-Αλιμαντήρη βασισμένη στην επιγραφή αυτή αμφισβήτησε την καταγωγή των Βουλγάρων από τις όχθες του Βόλγα και θεώρησε ότι η Βούλγαροι έχουν Ελληνική καταγωγή. Έγραψε: «Στην μακροχρόνια έρευνά μου συνέλεξα πολλές αποδείξεις για την καταγωγή του βόρειου Βουλγαρικού λαού και της Ελληνικής του ρίζας» (περιοδικό Δαυλός, τ. 138).
Ποιοι ήταν οι επαναστάτες Βούλγαροι και γιατί οι Βυζαντινοί κατέσφαξαν τους Βουλγάρους;
Ο Κυριάκος Κάσσης στο βιβλίο του «Αληθινή και εκ των ένδον ιστορία του Ελληνισμού της ελληνιστικής και πρωτοχριστιανικής Ελλάδας» (εκδ. 2000) γράφει: «Οι (βυζαντινοί) χρονικογράφοι της εποχής έχουν προ πολλού εγκαινιάσει ένα σύστημα που να παρουσιάζει κάθε τι που ήταν αντίθετο στην Κεντρική Εξουσία, όχι μόνο σαν περιθωριακό, αλλά και κακό, απάνθρωπο, βάρβαρο, απολίτιστο. Πολιτισμένο μέρος ήταν γι’ αυτό μόνο και κυρίως το Κέντρο Εξουσίας, η Ρώμη ή η Κωνσταντινούπολη. Τους επαναστατούντες λοιπόν, επειδή ανάμεσά τους συσσωματώνονταν και αλλοεθνείς ορδές, ονόμαζαν: Σέρβους ή Σκλάβους Σλάβους (=υπηρετούντες, δούλους) ή Βούλγαρους (=χυδαίο όχλο) ή Μωαμεθανούς ή Σαρακηνούς (ακόμα κι αν εθνολογικά και γλωσσικά ήταν 100% Έλληνες). Έτσι την εξαιτίας και εναντίον τους φορομπηχτική τους πολιτική επανάσταση των κατοίκων της κυρίως Ελλάδας την ονόμασαν (για να μην φαίνεται ότι επαναστατούν και παλαιοί Ρωμιοί-Έλληνες-Γραικοί): επανάσταση των Σλάβων.
Στην πραγματικότητα βόλευε το Βυζάντιο να ονομάζει Σλάβους, Βουλγάρους κ.λπ. τους επαναστάτες που το 675 π.Χ. στον κεντρικό κορμό της Ελλάδας επιτίθενται κατά των Κέντρων Εξουσίας (Θεσσαλονίκη κ.λπ.). Ονομάζει τους Ακρίτες “Μαρδαΐτες” σαν τάχα αλλόφυλους που απελπισμένοι το 677 μ.Χ., ανάμεσα σε μια χριστιανική κακοδιοίκηση και μια μωαμεθανική-ασιατική εξουσία προσπαθούν να αυτονομηθούν στη Δ. Συρία. Οι Βυζαντινοί τους παρουσιάζουν σαν αλλοεθνείς επαναστάτες, επειδή δεν συμβιβάζονταν με τα δύο εξουσιαστικά κέντρα: την Κωνσταντινούπολη και το Χαλιφάτο. Τους ονόμαζαν Μαρδ (=ληστές, κλέφτες, αποστάτες) οι ίδιοι οι Άραβες. Έτσι τους θέλουν και οι Βυζαντινοί. Το ίδιο είχε γίνει και με τους ντόπιους εξεγερμένους της Κεντρικής Βαλκανικής, που ήδη από το 517 ονόμασαν “Βουλγάρους”, επειδή αρχηγοί των επαναστατημένων ντόπιων λαών φαίνονταν κάποιοι λίγοι εισβολείς (τουρκοσλαβικής καταγωγής) που ήταν πράγματι νεοφανείς Βούλγαροι (το 499). Στην πραγματικότητα στην συντριπτικότατη πλειοψηφία τους πρόκειται για ντόπιους ΕλληνοΘράκες που επαναστάτησαν εναντίον στην Κεντρική Εξουσία».
Στην πραγματικότητα οι Έλληνες ιστορικοί πλανώνται, διότι θεωρούν το Βυζάντιο ελληνική αυτοκρατορία. Φυσικά το Βυζάντιο ήταν μια πολυεθνική αυτοκρατορία που το πραγματικό της όνομα ήταν Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και οι περισσότεροι αυτοκράτορές της δεν ήταν ελληνικής καταγωγής. Έτσι γιορτάζουμε υπέρ του «Έλληνα» Βασίλειου του Βουλγαροκτόνου που κατέσφαξε τους «μη Έλληνες» Βούλγαρους, ενώ αυτός ο αγροίκος Βυζαντινός αυτοκράτορας δεν ήταν καν ελληνικής καταγωγής και κατέσφαζε Έλληνες Θράκες που επαναστατούσαν κατά της κεντρικής εξουσίας του Βυζαντίου. Ομοίως και εμάς τους νοτιοελλαδίτες, οι βυζαντινοί τύραννοι μας ονόμαζαν υποτιμητικά «κατωκικούς» και όχι Έλληνες, όνομα που είχαν απαγορέψει, αφού μισούσαν κάθε τι ελληνικό. Το ειρωνικό είναι ότι οι Έλληνες ιστορικοί παρουσιάζουν τους Βουλγάρους του μεσαίωνα ως μη Έλληνες και κακούς που επαναστάτησαν κατά του «ελληνικού» Βυζαντίου, αλλά τι έχουν να πουν για τους Αλβανούς που επαναστάτησαν κατά του Βυζαντίου στην Πελοπόννησο; Αυτούς τους παρουσιάζουν ως Έλληνες Αρβανίτες και η επανάστασή τους γράφεται στα ψιλά της ιστορίας!
Για να επιστρέψουμε στο θέμα της καταγωγής των Βουλγάρων, ο Αριστείδης Κόλλιας στο βιβλίο του «Η Ελλάδα στην παγίδα των Σέρβων του Μιλόσεβιτς» γράφει πολύ σωστά: «Οι Βούλγαροι είναι ένας πολύ ζωντανός και δυναμικός λαός. Οι πλούσιοι και μορφωμένοι Βούλγαροι μιλούν την ελληνική γλώσσα (σ.σ. την εποχή κοντά στην ελληνική επανάσταση). Ο Πατριάρχης είναι ουσιαστικός αρχηγός τους και μεμονωμένοι κλέφτες βγαίνουν στα βουνά να διατηρήσουν την ελευθερία και την εθνική και ατομική αξιοπρέπειά τους, πολλοί από τους οποίους είναι αλβανικής καταγωγής, εγκατεστημένοι από αιώνων στη Βουλγαρία! Μέχρι σήμερα στην κεντρική Βουλγαρία υπάρχουν τα λεγόμενα “Αρμπανάσια”, που στα βουλγαρικά σημαίνει “Αλβανοχώρια”.
Ένας μεγάλος αριθμός του βουλγαρικού λαού έχει φυλετική σχέση με τους αρχαίους Θράκες, Ιλλυριούς και Μακεδόνες, τους παλιούς κατοίκους της περιοχής, δηλαδή είναι Πελασγοί. Με τον Ασπαρούχ έχουμε μια μικρή πολεμική ομάδα που τελικά αναμιγνύεται με τον γηγενή πληθυσμό, αργότερα εγκαθίσταται ένας επίσης μικρός αριθμός Σλάβων και μετά την τουρκική κατοχή σε ορισμένα μέρη εγκαθίστανται Τάταροι, Κερκέζοι και Μικρασιάτες. Στο σύνολό του όμως ο βουλγαρικός λαός είναι γλωσσικά εκσλαβισμένος, έστω και αν το σλαβικό αίμα που ρέει στις φλέβες του είναι μηδαμινό».
Ανύπαρκτη η βουλγαρική εθνική συνείδηση ώς τα μέσα του 19ου αιώνα
Ελάχιστοι γνωρίζουν ότι βουλγαρική εθνική συνείδηση ήταν ανύπαρκτη μέχρι το 1840 και άρχισε να δημιουργείται χάρη στις μεθοδεύσεις της Ρωσίας, η οποία αποσκοπούσε στην έξοδο στο Αιγαίο. Πρόκειται για τα πανσλαβιστικά σχέδια της Ρωσίας. (Και εδώ δεν μπορούμε παρά να καυτηριάσουμε το γεγονός της πλήρους ιστορικής άγνοιας πολλών σύγχρονων Ελλήνων που θεωρούν τους Ρώσους αδέρφια τους, επειδή δήθεν μας συνδέει η Ορθοδοξία!). Και ενώ ήταν ανύπαρκτη η βουλγαρική εθνική συνείδηση, οι Βούλγαροι έρρεπαν προς τον Ελληνισμό. Ο Αθ. Κορμάλης γράφει ότι «απέφευγαν να ονομάζονται Βούλγαροι, οι πλουσιότεροι μιλούσαν Ελληνικά, συνήπτον συνοικέσια με Ελληνίδες και παρακολουθούσαν τις Ελληνικές Σχολές και Πανεπιστήμια» («Ανατολική Ρωμυλία, 1985).
Ο μοναχός Παΐσιος, ο οποίος ήταν ο πρόδρομος της βουλγαρικής συνείδησης, έγραφε με πικρία: «Γνωρίζω Βουλγάρους που τόσο πλανώνται, ώστε δεν αναγνωρίζουν πια τη φυλή τους, αλλά μαθαίνουν να γράφουν και να διαβάζουν Ελληνικά, και μάλιστα ντρέπονται να λέγονται Βούλγαροι» («Σλαβενοβουλγαρική Ιστορία», 1762). 
Όσον αφορά λοιπόν στην εμφάνιση της βουλγαρικής εθνικής συνείδησης καταλυτικό παράγοντα απετέλεσε η δράση του Παϊσίου. Αυτός ήταν ο πρώτος Βούλγαρος που άρχισε να διδάσκει στους σλαβόφωνους κατοίκους της σημερινής Βουλγαρίας να μην ντρέπονται να αισθάνονται Βούλγαροι και να ανθίστανται στον εξελληνισμό τους. Χαρακτηριστικά είναι τα όσα έγραφε το 1905 ένας Βούλγαρος διπλωμάτης με το ψευδώνυμο Brsncoff
«Στις αρχές του 19ου αιώνα ο μόνος στη Βουλγαρία πεπαιδευμένος Βούλγαρος, ο οποίος χρησιμοποιούσε τη Βουλγαρική γλώσσα στα γραπτά του και στους λόγους του ήταν ο Σωφρόνιος, επίσκοπος Βράτσας. Και αυτοί οι ίδιοι οι Βούλγαροι έμποροι, οι οποίοι είχαν χάσει το εθνικό τους συναίσθημα, ίδρυαν Ελληνικά σχολεία στις γενέτειρές τους πόλεις. Μεγάλος αριθμός (Βουλγάρων) νέων εκπαιδευθέντων εκεί (στα Ελληνικά σχολεία), μιλούσαν μόνο την Ελληνική και μισούσαν και περιφρονούσαν κάθε τι το Βουλγαρικό ή Σλαβικό. Κατά το 1762 ένας μοναχός Βούλγαρος, ο Παΐσιος ύψωσε πρώτος τη φωνή υπέρ της εθνότητάς του. Ολίγον κατ’ ολίγον η εθνική συνείδηση (των Βουλγάρων) αφυπνίσθηκε και μετά από λίγο μεγάλο μέρος των διανοουμένων εγκατέλειψε τον Ελληνισμό και συντάχθηκε με την υπόθεση του λαού» (La Macedoine et la Population Chretienne, Paris, 1905, σελ. 52-53).
Επίλογος
Οι Βούλγαροι δεν είναι ούτε Τουρκοτάταροι, ούτε Σλάβοι, ούτε Ιρανοί, αλλά Έλληνες Θράκες που εκσλαβίστηκαν γλωσσικά. Οι Βούλγαροι ανήκουν στον Μεσογειακό (Αιγαιακό) ανθρωπολογικό τύπο, στον οποίο ανήκει και ένα μεγάλο μέρος των Ελλήνων, χωρίς να αρνούμαστε βέβαια μογγολικές ή σλαβικές επιδράσεις στο DNA του Βουλγαρικού λαού. Η στενή φυλετική σχέση των Ελλήνων και των Βουλγάρων αποδεικνύεται από το γεγονός της καταπληκτικής σύμπτωσης των ανθρωπολογικών γνωρισμάτων της Κεντρικής Βουλγαρίας με εκείνα της Κρήτης.
Ως γνωστόν, ούτε οι Κρήτες μετανάστευσαν στη Βουλγαρία ούτε οι Βούλγαροι στην Κρήτη. Αυτό και μόνο δείχνει την πανάρχαια κοινή φυλετική καταγωγή των Ελλήνων και των Βουλγάρων. Δυστυχώς αυτό δεν είναι γνωστό ούτε στην Ελλάδα ούτε στη Βουλγαρία. Η Ελληνοθρακική καταγωγή των Βουλγάρων δείχνει ότι οι Έλληνες δεν ήταν μια μικρή φυλή, όπως πιστεύεται, αλλά ότι όλα τα Βαλκάνια είναι στην ουσία Ελληνικά. 

Μάριος Δημόπουλος
φιλόλογος-γλωσσολόγος, φυσικοπαθητικός διατροφολόγος, συγγραφέας

No comments:

Post a Comment